Καλλιεργημένος στα ισπανικά

Μετάφραση: καλλιεργημένος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
exquisito, culto, cultivaron, cultivadas, culta, cultivada
Καλλιεργημένος στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καλλιεργημένος

καλλιεργημένος συνώνυμο, καλλιεργημένοσ άνθρωποσ, καλλιεργημένος συνώνυμα, καλλιεργημένος λεξικό γλώσσας ισπανικά, καλλιεργημένος στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • καλεσμένος στα ισπανικά - invitado, huésped, convidado, huéspedes, huésped de, de huéspedes
  • καλκάνι στα ισπανικά - rodaballo, el rodaballo, de rodaballo, del rodaballo, rodaballos
  • καλλιεργώ στα ισπανικά - sustentar, nutrir, cultivar, beneficiar, alimentar, crecer, creciendo, ...
  • καλλιτέχνης στα ισπανικά - artista, artífice, música, artista de, el artista, su música
Τυχαίες λέξεις
Καλλιεργημένος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: exquisito, culto, cultivaron, cultivadas, culta, cultivada