Καλλιεργημένος στα λετονικά
Μετάφραση: καλλιεργημένος, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kulturāls, inteliģents, kultivētas, audzēti, kultivētām
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καλλιεργημένος
καλλιεργημένος συνώνυμο, καλλιεργημένοσ άνθρωποσ, καλλιεργημένος συνώνυμα, καλλιεργημένος λεξικό γλώσσας λετονικά, καλλιεργημένος στα λετονικά
Μεταφράσεις
- καλεσμένος στα λετονικά - viesis, viesu, atpūtas, viesi, brīvdienu
- καλκάνι στα λετονικά - āte, akmeņplekstes, akmeņplekstu, ātes, akmeņplekste
- καλλιεργώ στα λετονικά - augt, pieaugs, pieaugt, aug, audzēt
- καλλιτέχνης στα λετονικά - mākslinieks, māksliniece, mākslinieka, mākslinieku
Τυχαίες λέξεις
Καλλιεργημένος στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: kulturāls, inteliģents, kultivētas, audzēti, kultivētām
Μεταφράσεις: kulturāls, inteliģents, kultivētas, audzēti, kultivētām