Καταναλωτής στα ισπανικά
Μετάφραση: καταναλωτής, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
consumidor, consumidores, los consumidores, del consumidor, consumo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταναλωτής
ορθολογικός καταναλωτής, ο καταναλωτήσ, καταναλωτής λεξικό, καταναλωτής παράγοντες που επιδρούν στην καταναλωτική συμπεριφορά, καταναλωτής ορισμός, καταναλωτής λεξικό γλώσσας ισπανικά, καταναλωτής στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- κατανάλωση στα ισπανικά - consumición, consumo, el consumo, consumo de, el consumo de, del consumo
- κατανέμω στα ισπανικά - racionar, ración, prorratear, etapa, adjudicar, ración de, raciones, ...
- καταναλώνω στα ισπανικά - consumir, gastar, consumen, consumo, consumirá, consume
- κατανικώ στα ισπανικά - vencer, mate, jaque mate, jaque mate al, dar jaque mate, jaque mate a
Τυχαίες λέξεις
Καταναλωτής στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: consumidor, consumidores, los consumidores, del consumidor, consumo
Μεταφράσεις: consumidor, consumidores, los consumidores, del consumidor, consumo