Καταναλωτής στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: καταναλωτής, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
потрошувачот, потрошувачите, на потрошувачите, потрошувачки, потрошувачка
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταναλωτής
ορθολογικός καταναλωτής, ο καταναλωτήσ, καταναλωτής λεξικό, καταναλωτής παράγοντες που επιδρούν στην καταναλωτική συμπεριφορά, καταναλωτής ορισμός, καταναλωτής λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, καταναλωτής στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κατανάλωση στα σλαβομακεδονικά - потрошувачка, потрошувачка на, потрошувачката, потрошувачката на, на потрошувачката
- κατανέμω στα σλαβομακεδονικά - дажба, соодносот, дажби
- καταναλώνω στα σλαβομακεδονικά - консумираат, конзумираат, консумираме, трошат, се консумираат
- κατανικώ στα σλαβομακεδονικά - мат, Checkmate
Τυχαίες λέξεις
Καταναλωτής στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: потрошувачот, потрошувачите, на потрошувачите, потрошувачки, потрошувачка
Μεταφράσεις: потрошувачот, потрошувачите, на потрошувачите, потрошувачки, потрошувачка