Καταναλωτής στα λιθουανικά
Μετάφραση: καταναλωτής, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vartotojas, vartotojų, vartotojui, vartojimo, vartotojo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταναλωτής
ορθολογικός καταναλωτής, ο καταναλωτήσ, καταναλωτής λεξικό, καταναλωτής παράγοντες που επιδρούν στην καταναλωτική συμπεριφορά, καταναλωτής ορισμός, καταναλωτής λεξικό γλώσσας λιθουανικά, καταναλωτής στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κατανάλωση στα λιθουανικά - vartojimas, suvartojimas, vartojimo, sąnaudos, sunaudojimas
- κατανέμω στα λιθουανικά - skirstyti, racionas, raciono, racione, racioną, davinys
- καταναλώνω στα λιθουανικά - vartoti, suvartoja, sunaudoja, vartoja, sunaudoti
- κατανικώ στα λιθουανικά - nugalėti, matas, Udaremniać, Szachować, Sutrinka planai, Tepti visiškas pralaimėjimas
Τυχαίες λέξεις
Καταναλωτής στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: vartotojas, vartotojų, vartotojui, vartojimo, vartotojo
Μεταφράσεις: vartotojas, vartotojų, vartotojui, vartojimo, vartotojo