Καταναλωτής στα ρουμανικά
Μετάφραση: καταναλωτής, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
consumator, consumatorilor, consum, consumatorului, de consum
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταναλωτής
ορθολογικός καταναλωτής, ο καταναλωτήσ, καταναλωτής λεξικό, καταναλωτής παράγοντες που επιδρούν στην καταναλωτική συμπεριφορά, καταναλωτής ορισμός, καταναλωτής λεξικό γλώσσας ρουμανικά, καταναλωτής στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- κατανάλωση στα ρουμανικά - consum, consumul, consumului, consumul de, consumului de
- κατανέμω στα ρουμανικά - raţie, rație, rația, ratie, rației, ratia
- καταναλώνω στα ρουμανικά - consuma, consumă, consume, consum, consumul
- κατανικώ στα ρουμανικά - șah-mat, mat, șah mat, checkmate
Τυχαίες λέξεις
Καταναλωτής στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: consumator, consumatorilor, consum, consumatorului, de consum
Μεταφράσεις: consumator, consumatorilor, consum, consumatorului, de consum