Οδυνηρός στα ισπανικά
Μετάφραση: οδυνηρός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
doloroso, penoso, dolorosa, dolorosas, dolor, dolorosos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδυνηρός
οδυνηρός συνώνυμο, οδυνηρός αντώνυμο, οδυνηρός συνώνυμα, οδυνηρός λεξικό γλώσσας ισπανικά, οδυνηρός στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- οδοντικός στα ισπανικά - dental, dentales, dental de, odontológica, odontológico
- οδυνηρά στα ισπανικά - penosamente, dolorosamente, dolorosa, doloroso, con dolor
- οδυρμός στα ισπανικά - llorar, lamento, lamentar, lamentarse, lamentación, lamentaciones, llanto, ...
- οδός στα ισπανικά - calle, la calle, de la calle, calle de, calles
Τυχαίες λέξεις
Οδυνηρός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: doloroso, penoso, dolorosa, dolorosas, dolor, dolorosos
Μεταφράσεις: doloroso, penoso, dolorosa, dolorosas, dolor, dolorosos