Οδυνηρός στα λιθουανικά
Μετάφραση: οδυνηρός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
skausmingas, skausminga, skausmingos, skausmingi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδυνηρός
οδυνηρός συνώνυμο, οδυνηρός αντώνυμο, οδυνηρός συνώνυμα, οδυνηρός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, οδυνηρός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- οδοντικός στα λιθουανικά - dantų, Dental, stomatologijos, odontologijos, odontologinį
- οδυνηρά στα λιθουανικά - skaudžiai, skausmingai, skausmingų, skaudžiau
- οδυρμός στα λιθουανικά - elegija, verksmai, raudojimas, sielvartavimas, rypavimas, aimana
- οδός στα λιθουανικά - gatvė, gatvės, Street, gatvių, g
Τυχαίες λέξεις
Οδυνηρός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: skausmingas, skausminga, skausmingos, skausmingi
Μεταφράσεις: skausmingas, skausminga, skausmingos, skausmingi