Οδυνηρός στα τσεχικά

Μετάφραση: οδυνηρός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
obtížný, trapný, bolavý, bolestný, namáhavý, bolestivý, bolestivé, bolestivá, bolestné
Οδυνηρός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οδυνηρός

οδυνηρός συνώνυμο, οδυνηρός αντώνυμο, οδυνηρός συνώνυμα, οδυνηρός λεξικό γλώσσας τσεχικά, οδυνηρός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • οδοντικός στα τσεχικά - dentální, zubní, zubního, zubních, stomatologické
  • οδυνηρά στα τσεχικά - bolestivě, bolestně, bolestí, těžce
  • οδυρμός στα τσεχικά - litovat, oplakávat, nářek, bědovat, naříkat, lamentovat, žalozpěv, ...
  • οδός στα τσεχικά - ulice, Street, ulici, uliční, pouliční
Τυχαίες λέξεις
Οδυνηρός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: obtížný, trapný, bolavý, bolestný, namáhavý, bolestivý, bolestivé, bolestivá, bolestné