Οδυνηρός στα γερμανικά
Μετάφραση: οδυνηρός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ärgerlich, mühsam, scheußlich, schrecklich, widerlich, schmerzhaft, schmerzlich, abscheulich, schmerzhafte, schmerzhaften
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδυνηρός
οδυνηρός συνώνυμο, οδυνηρός αντώνυμο, οδυνηρός συνώνυμα, οδυνηρός λεξικό γλώσσας γερμανικά, οδυνηρός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- οδοντικός στα γερμανικά - zahnärztlich, zahnlaut, dental, Zahn, zahnärztliche, zahnärztlichen
- οδυνηρά στα γερμανικά - schmerzlich, schmerzliche, schmerzhaft, mühsam, peinlich
- οδυρμός στα γερμανικά - gejammer, bereuen, trauern, bedauern, elegie, klage, klagelied, ...
- οδός στα γερμανικά - straße, Straße, Straßen, Strasse, die Straße
Τυχαίες λέξεις
Οδυνηρός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: ärgerlich, mühsam, scheußlich, schrecklich, widerlich, schmerzhaft, schmerzlich, abscheulich, schmerzhafte, schmerzhaften
Μεταφράσεις: ärgerlich, mühsam, scheußlich, schrecklich, widerlich, schmerzhaft, schmerzlich, abscheulich, schmerzhafte, schmerzhaften