Στόμα στα ισπανικά
Μετάφραση: στόμα, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
embocadura, boca, desembocadura, la boca, boca de, vía oral
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στόμα
στόμα του λύκου, στόμα με στόμα, στόμα ραψε, στόμα στεγνό, στόμα γεμάτο χώμα, στόμα λεξικό γλώσσας ισπανικά, στόμα στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- στόκος στα ισπανικά - masilla, la masilla, masilla de, de masilla, putty
- στόλος στα ισπανικά - flota, armada, la flota, flota de, flotas, de la flota
- στόμιο στα ισπανικά - desembocadura, orificio, embocadura, boca, la boca, boca de, vía oral
- στόχος στα ισπανικά - fin, objetivo, blanco, meta, objeto, destino, desviado
Τυχαίες λέξεις
Στόμα στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: embocadura, boca, desembocadura, la boca, boca de, vía oral
Μεταφράσεις: embocadura, boca, desembocadura, la boca, boca de, vía oral