Βουρκωμένος στα ιταλικά

Μετάφραση: βουρκωμένος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
acquoso, acqueo, nebbioso, Misty, nebbiosa, nebbia, di nebbia
Βουρκωμένος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βουρκωμένος

βουρκωμένος λεξικό γλώσσας ιταλικά, βουρκωμένος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • βουλώνω στα ιταλικά - intasare, ostruire, otturare, calafatare, caulk, mastice, stucco, ...
  • βουνό στα ιταλικά - monte, montare, cavalcatura, montagna, di montagna, mountain, montano
  • βουρτσίζω στα ιταλικά - fratta, pennello, spazzola, spazzolare, folto, spazzolino, spazzola di, ...
  • βουτώ στα ιταλικά - rubare, immergere, pizzico, trafugare, sottrarre, furto, pungere, ...
Τυχαίες λέξεις
Βουρκωμένος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: acquoso, acqueo, nebbioso, Misty, nebbiosa, nebbia, di nebbia