Βουρκωμένος στα πολωνικά
Μετάφραση: βουρκωμένος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wilgotny, wodnisty, mglisty, misty, mgliste, mglistym, zamglone
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βουρκωμένος
βουρκωμένος λεξικό γλώσσας πολωνικά, βουρκωμένος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- βουλώνω στα πολωνικά - chodak, zapychać, zawadzać, pętać, zatkać, zatykać, kłoda, ...
- βουνό στα πολωνικά - dosiadać, montować, zamontowanie, szczyt, dosiąść, sadzać, wsiadać, ...
- βουρτσίζω στα πολωνικά - kita, oczyszczać, zmiotka, przeczesać, froterka, szczotka, chrust, ...
- βουτώ στα πολωνικά - pogrążać, ugniatać, niuch, zagłębiać, pochylenie, dokuczać, wykradać, ...
Τυχαίες λέξεις
Βουρκωμένος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wilgotny, wodnisty, mglisty, misty, mgliste, mglistym, zamglone
Μεταφράσεις: wilgotny, wodnisty, mglisty, misty, mgliste, mglistym, zamglone