Βουρκωμένος στα ρουμανικά

Μετάφραση: βουρκωμένος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cețos, cețoasă, misty, încețoșat, brumos
Βουρκωμένος στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βουρκωμένος

βουρκωμένος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, βουρκωμένος στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • βουλώνω στα ρουμανικά - colmata, călăfătui, calafatui, stemuire, de stemuire, călăfătuirea
  • βουνό στα ρουμανικά - munte, de munte, montan
  • βουρτσίζω στα ρουμανικά - tufiş, perie, pensula, perie de, periei, pensulă
  • βουτώ στα ρουμανικά - nuia, fura, arestare, afunda, cufundați, cu cufundați, scufundai
Τυχαίες λέξεις
Βουρκωμένος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: cețos, cețoasă, misty, încețoșat, brumos