Βουρκωμένος στα φινλανδικά
Μετάφραση: βουρκωμένος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vetelä, laimea, sumuinen, misty, utuinen, sumuisen, Sameat
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βουρκωμένος
βουρκωμένος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, βουρκωμένος στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- βουλώνω στα φινλανδικά - puukenkä, tukahduttaa, tukkia, tilkitä, saumausaineet, caulk, Kittiliuska, ...
- βουνό στα φινλανδικά - vuori, kohota, kehys, heloittaa, röykkiö, hela, kiivetä, ...
- βουρτσίζω στα φινλανδικά - nuori metsä, sipaisu, pusikko, harja, tiheikkö, hipaisu, selkkaus, ...
- βουτώ στα φινλανδικά - puhaltaa, nipistys, näpistää, kastaa, anastaa, pulahtaa, varastaa, ...
Τυχαίες λέξεις
Βουρκωμένος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: vetelä, laimea, sumuinen, misty, utuinen, sumuisen, Sameat
Μεταφράσεις: vetelä, laimea, sumuinen, misty, utuinen, sumuisen, Sameat