Απομόνωση στα λευκορωσικά

Μετάφραση: απομόνωση, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ізаляцыя, ізаляцыі
Απομόνωση στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απομόνωση

απομόνωση ανάπτυξη παραγωγή και έλεγχος βιοδραστικών φυσικών προϊόντων, απομόνωση αντώνυμο, απομόνωση και σύνθεση φυσικών προϊόντων με βιολογική δραστικότητα, απομόνωση dna, απομόνωση dna στο σπιτι, απομόνωση λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, απομόνωση στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • απομονωμένος στα λευκορωσικά - ізаляваны, ізаляваную, ізаляваныя
  • απομονώνω στα λευκορωσικά - ізаляваць
  • απονέμω στα λευκορωσικά - вызначаць, вызначыць
  • απονομή στα λευκορωσικά - прысваенне, наданне, прысваеньне, прысабечваньне, прысвойваньне
Τυχαίες λέξεις
Απομόνωση στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ізаляцыя, ізаляцыі