Απομόνωση στα τσεχικά

Μετάφραση: απομόνωση, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
spojka, chňapat, popadnout, izolace, chytit, chytat, odloučenost, odloučení, samota, osamělost, dráp, sevření, pazour, sevřít, svírat, oddělení, izolaci, izolační, izolací
Απομόνωση στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απομόνωση

απομόνωση ανάπτυξη παραγωγή και έλεγχος βιοδραστικών φυσικών προϊόντων, απομόνωση αντώνυμο, απομόνωση και σύνθεση φυσικών προϊόντων με βιολογική δραστικότητα, απομόνωση dna, απομόνωση dna στο σπιτι, απομόνωση λεξικό γλώσσας τσεχικά, απομόνωση στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • απομονωμένος στα τσεχικά - oddělený, odloučený, ojedinělý, izolovaný, osamocený, separovaný, ojedinělých, ...
  • απομονώνω στα τσεχικά - vyloučit, separovat, oddělit, izolovat, osamostatnit, odříznout, odloučit, ...
  • απονέμω στα τσεχικά - rozvrhnout, rozložit, udělovat, přisoudit, přiřknout, distribuce, přiznat, ...
  • απονομή στα τσεχικά - rozdělování, rozdílení, povolení, zproštění, osvobození, udělení, se uděluje, ...
Τυχαίες λέξεις
Απομόνωση στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: spojka, chňapat, popadnout, izolace, chytit, chytat, odloučenost, odloučení, samota, osamělost, dráp, sevření, pazour, sevřít, svírat, oddělení, izolaci, izolační, izolací