Ατσαλένιος στα λιθουανικά
Μετάφραση: ατσαλένιος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
plienas, kalavijas, kardas, špaga
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατσαλένιος
πο ατσαλένιος, ατσαλένιος - τράχωνες, ατσαλένιος αετός, ατσαλένιος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ατσαλένιος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ατροφία στα λιθουανικά - atrofija, atrofiją, atrofijos, atrofuotis
- ατσάλι στα λιθουανικά - kalavijas, špaga, plienas, kardas, plieno, steel, plieninės, ...
- ατυχής στα λιθουανικά - netinkamas, nevykęs, gaila, apgailėtina
- ατυχία στα λιθουανικά - kančia, nelaimė, nelaime, nesėkmė, bėda
Τυχαίες λέξεις
Ατσαλένιος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: plienas, kalavijas, kardas, špaga
Μεταφράσεις: plienas, kalavijas, kardas, špaga