Ατσαλένιος στα σουηδικά
Μετάφραση: ατσαλένιος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
en stål, ett stål, stål, av stål
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατσαλένιος
πο ατσαλένιος, ατσαλένιος - τράχωνες, ατσαλένιος αετός, ατσαλένιος λεξικό γλώσσας σουηδικά, ατσαλένιος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ατροφία στα σουηδικά - atrofi, förtvinar, förtvining, förtvina, atrophy
- ατσάλι στα σουηδικά - stål, stålet, av stål
- ατυχής στα σουηδικά - olyckligt, olyckliga, olycklig, beklagligt, synd
- ατυχία στα σουηδικά - sorg, olycka, oturen, olyckan, otur, motgång
Τυχαίες λέξεις
Ατσαλένιος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: en stål, ett stål, stål, av stål
Μεταφράσεις: en stål, ett stål, stål, av stål