Τσιγαρίζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: τσιγαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
refogue, Saute, Salteado, Faça saltar, refogue a
Τσιγαρίζω στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσιγαρίζω

τσιγαρίζω ετυμολογία, τσιγαρίζω στα αγγλικά, τσιγαρίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τσιγαρίζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • τσεκούρι στα πορτογαλικά - machado, ax, axe, machado de, eixo
  • τσιγάρο στα πορτογαλικά - lidar, cigarro, cigarros, de cigarro, de cigarros, do cigarro
  • τσιγκλώ στα πορτογαλικά - Ciglane
  • τσιγκουνεύομαι στα πορτογαλικά - restrição, limite, stint, passagem, temporada
Τυχαίες λέξεις
Τσιγαρίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: refogue, Saute, Salteado, Faça saltar, refogue a