Τσιγαρίζω στα πολωνικά
Μετάφραση: τσιγαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
syk, skwierczeć, skwierczenie, zaskwierczeć, saute, Podsmażyć
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσιγαρίζω
τσιγαρίζω ετυμολογία, τσιγαρίζω στα αγγλικά, τσιγαρίζω λεξικό γλώσσας πολωνικά, τσιγαρίζω στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- τσεκούρι στα πολωνικά - topór, siekiera, redukować, kilof, ax, axe, siekiery
- τσιγάρο στα πολωνικά - papierośnica, homoseksualista, ciota, papieros, harówka, fajka, pedał, ...
- τσιγκλώ στα πολωνικά - wkładać, kuksaniec, szturchnięcie, pchać, szperać, wtykać, wyszperać, ...
- τσιγκουνεύομαι στα πολωνικά - skąpić, ograniczać, oszczędzać, okres, ograniczyć, żałować, skracać, ...
Τυχαίες λέξεις
Τσιγαρίζω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: syk, skwierczeć, skwierczenie, zaskwierczeć, saute, Podsmażyć
Μεταφράσεις: syk, skwierczeć, skwierczenie, zaskwierczeć, saute, Podsmażyć