Φυλακισμένος στα ρουμανικά

Μετάφραση: φυλακισμένος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
prizonier, deținut, prizonieri, prizonierul, detinut
Φυλακισμένος στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φυλακισμένος

φυλακισμένος της διπλανής πόρτας, ο φυλακισμένος, φυλακισμένος της διπλανής πόρτας θεσσαλονικη, φυλακισμένος άφησε εγκύους τέσσερις δεσμοφύλακες, ονειροκρίτης φυλακισμένος, φυλακισμένος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, φυλακισμένος στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • φυλακή στα ρουμανικά - închisoare, inchisoare, penitenciar, închisoarea, de închisoare
  • φυλακίζω στα ρουμανικά - interna, intern, stagiar, internă, stagiară
  • φυλαχτό στα ρουμανικά - talisman, talismanul, talisman de, de talisman, talismane
  • φυλετικός στα ρουμανικά - rasial, tribal, tribale, tribală, trib, tribala
Τυχαίες λέξεις
Φυλακισμένος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: prizonier, deținut, prizonieri, prizonierul, detinut