Φυλακισμένος στα τσεχικά
Μετάφραση: φυλακισμένος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vězeň, zajatec, vězněm, vězně, zajatcem
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φυλακισμένος
φυλακισμένος της διπλανής πόρτας, ο φυλακισμένος, φυλακισμένος της διπλανής πόρτας θεσσαλονικη, φυλακισμένος άφησε εγκύους τέσσερις δεσμοφύλακες, ονειροκρίτης φυλακισμένος, φυλακισμένος λεξικό γλώσσας τσεχικά, φυλακισμένος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- φυλακή στα τσεχικά - vězení, uvěznit, žalář, věznice, vězeňský, vězeňské, vězeňská
- φυλακίζω στα τσεχικά - uvěznit, zavřít, věznit, internovat, intern, stážista, internista, ...
- φυλαχτό στα τσεχικά - amulet, talisman, talismanem, talismanu
- φυλετικός στα τσεχικά - rasový, kmenový, kmenové, tribal, kmenová, domorodé
Τυχαίες λέξεις
Φυλακισμένος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vězeň, zajatec, vězněm, vězně, zajatcem
Μεταφράσεις: vězeň, zajatec, vězněm, vězně, zajatcem