Φυλακισμένος στα σουηδικά

Μετάφραση: φυλακισμένος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fånge, fången, fång, fånget, till fånga
Φυλακισμένος στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φυλακισμένος

φυλακισμένος της διπλανής πόρτας, ο φυλακισμένος, φυλακισμένος της διπλανής πόρτας θεσσαλονικη, φυλακισμένος άφησε εγκύους τέσσερις δεσμοφύλακες, ονειροκρίτης φυλακισμένος, φυλακισμένος λεξικό γλώσσας σουηδικά, φυλακισμένος στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • φυλακή στα σουηδικά - fängelse, fängelset, fängelser, fängelserna
  • φυλακίζω στα σουηδικά - praktikant, Intern, praktikanten, internera, AT
  • φυλαχτό στα σουηδικά - amulett, talisman, talismanen
  • φυλετικός στα σουηδικά - tribal, stam, stam-, stammar
Τυχαίες λέξεις
Φυλακισμένος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: fånge, fången, fång, fånget, till fånga