Οντότητα στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: οντότητα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лице, субјект, ентитет, субјектот, ентитетот
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οντότητα
οντότητα συνώνυμα, σιωνιστική οντότητα, σκοτεινή οντότητα, νομική οντότητα, πολιτική οντότητα, οντότητα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, οντότητα στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ονομαστός στα σλαβομακεδονικά - познатиот, симбол, познат, познати, познатата
- ονοματολογία στα σλαβομακεδονικά - номенклатура, номенклатурата
- οξείδιο στα σλαβομακεδονικά - оксид, оксидот, оксиди, оксидни, оксид кој
- οξικός στα σλαβομακεδονικά - оцетна, на оцетна, оцетната, ацетатна, ацетична
Τυχαίες λέξεις
Οντότητα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: лице, субјект, ентитет, субјектот, ентитетот
Μεταφράσεις: лице, субјект, ентитет, субјектот, ентитетот