Πεπαλαιωμένος στα σλοβενικά
Μετάφραση: πεπαλαιωμένος, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
obrabljen, dotrajana, obrabljena, obrabljeni, izčrpanih
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεπαλαιωμένος
πεπαλαιωμένος λεξικό γλώσσας σλοβενικά, πεπαλαιωμένος στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- πεντάδα στα σλοβενικά - kvintet, pet, petih, petimi, s petimi
- πεντηκοστός στα σλοβενικά - petdeseti, petdeseto, Pedeseti, petdesetletnici, petdeseta
- πεπερασμένος στα σλοβενικά - končnih, končna, končno, finite, končen
- πεποίθηση στα σλοβενικά - vera, víra, prepričanje, obsodba, obsodbe, obsodbo
Τυχαίες λέξεις
Πεπαλαιωμένος στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: obrabljen, dotrajana, obrabljena, obrabljeni, izčrpanih
Μεταφράσεις: obrabljen, dotrajana, obrabljena, obrabljeni, izčrpanih