Πεπαλαιωμένος στα πολωνικά

Μετάφραση: πεπαλαιωμένος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
staroświecki, szczątkowy, zużyte, zużyta, zużyty, wyczerpany, zużyje
Πεπαλαιωμένος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πεπαλαιωμένος

πεπαλαιωμένος λεξικό γλώσσας πολωνικά, πεπαλαιωμένος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • πεντάδα στα πολωνικά - kwintet, piątka, pięć, pięciu
  • πεντηκοστός στα πολωνικά - pięćdziesiąty, pięćdziesiątą, pięćdziesiątej, pięćdziesiąta, pięćdziesiątego
  • πεπερασμένος στα πολωνικά - końcowy, skończony, ograniczony, określony, skończone, skończona
  • πεποίθηση στα πολωνικά - zdanie, przeświadczenie, wiara, światopogląd, zasadzenie, pogląd, zasądzenie, ...
Τυχαίες λέξεις
Πεπαλαιωμένος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: staroświecki, szczątkowy, zużyte, zużyta, zużyty, wyczerpany, zużyje