Διψασμένος στα τούρκικα

Μετάφραση: διψασμένος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
susuz, susamış, susuzluk, thirsty
Διψασμένος στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διψασμένος

διψασμένος συνωνυμα, διψασμένος λεξικό γλώσσας τούρκικα, διψασμένος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • διχοτομώ στα τούρκικα - ikiye ayırmak, bisect, ikiye bölmek, iki eşit parçaya böler, eşit parçaya böler
  • διχόνοια στα τούρκικα - anlaşmazlık, uyumsuzluk, geçimsizlik, nifak, discord
  • διωγμός στα τούρκικα - zulüm, zulmün, zulmü, bir zulüm
  • διόδια στα τούρκικα - geçiş ücreti, ücretli, toll, otoyol, ücret
Τυχαίες λέξεις
Διψασμένος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: susuz, susamış, susuzluk, thirsty