Ασύγχρονος στα ιταλικά

Μετάφραση: ασύγχρονος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
asincrono, asincrona, asincroni, asincrone
Ασύγχρονος στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασύγχρονος

ασύγχρονος κινητήρας, ασύγχρονος τριφασικός κινητήρας βραχυκυκλωμένου δρομέα, ασύγχρονος τριφασικός κινητήρας, ασύγχρονος απαριθμητής, ασύγχρονος τρόπος μεταφοράς, ασύγχρονος λεξικό γλώσσας ιταλικά, ασύγχρονος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ασχολία στα ιταλικά - inseguimento, occupazione, professione, dell'occupazione, l'occupazione, all'occupazione
  • ασωτία στα ιταλικά - prodigalità, la prodigalità, generosità, prodigality
  • ασύλληπτος στα ιταλικά - non rilevato, non catturata, uncaught, non rilevata, non rilevate
  • ασύμμετρος στα ιταλικά - asimmetrico, sproporzionato, incommensurabile, incommensurate, incommensurabili, incommensurato
Τυχαίες λέξεις
Ασύγχρονος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: asincrono, asincrona, asincroni, asincrone