Ασύγχρονος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ασύγχρονος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
асінхронны
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασύγχρονος
ασύγχρονος κινητήρας, ασύγχρονος τριφασικός κινητήρας βραχυκυκλωμένου δρομέα, ασύγχρονος τριφασικός κινητήρας, ασύγχρονος απαριθμητής, ασύγχρονος τρόπος μεταφοράς, ασύγχρονος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ασύγχρονος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ασχολία στα λευκορωσικά - акупацыя, акупацыі, акупацыю
- ασωτία στα λευκορωσικά - марнатраўнасць, марнатраўства
- ασύλληπτος στα λευκορωσικά - неперехваченное
- ασύμμετρος στα λευκορωσικά - несувымерных, несуразмернасцю, непамерна, несуразмерныя, неадпаведна
Τυχαίες λέξεις
Ασύγχρονος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: асінхронны
Μεταφράσεις: асінхронны