Ασύγχρονος στα νορβηγικά
Μετάφραση: ασύγχρονος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
asynkron, asynkrone, asynkront, induksjon, asynkroniske
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασύγχρονος
ασύγχρονος κινητήρας, ασύγχρονος τριφασικός κινητήρας βραχυκυκλωμένου δρομέα, ασύγχρονος τριφασικός κινητήρας, ασύγχρονος απαριθμητής, ασύγχρονος τρόπος μεταφοράς, ασύγχρονος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ασύγχρονος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ασχολία στα νορβηγικά - forfølgelse, okkupasjon, yrke, okkupasjonen, Arbeidsledig
- ασωτία στα νορβηγικά - orgie, prodigality
- ασύλληπτος στα νορβηγικά - unnvikende, uoppfanget
- ασύμμετρος στα νορβηγικά - incommensurate, uforenlig
Τυχαίες λέξεις
Ασύγχρονος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: asynkron, asynkrone, asynkront, induksjon, asynkroniske
Μεταφράσεις: asynkron, asynkrone, asynkront, induksjon, asynkroniske