Εξασκώ στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εξασκώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
практика, практики, практиката, на практика
Εξασκώ στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξασκώ

εξασκώ conjugation, εξασκώ ή ασκώ, εξασκώ μετάφραση, ασκώ συνώνυμα, εξασκώ επάγγελμα, εξασκώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εξασκώ στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εξαρτώμαι στα βουλγαρικά - зависете, зависят, зависи, да зависи, зависи от, зависимост
  • εξασθένηση στα βουλγαρικά - щета, упадък, спад, намаляване, намаление, спада
  • εξασφαλίζω στα βουλγαρικά - I, аз, съм, да, че
  • εξατμίζομαι στα βουλγαρικά - пара, изпарения, пари, парите, на парите
Τυχαίες λέξεις
Εξασκώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: практика, практики, практиката, на практика