Εξασκώ στα σλοβενικά
Μετάφραση: εξασκώ, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
praksa, prakse, prakso, praksi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξασκώ
εξασκώ conjugation, εξασκώ ή ασκώ, εξασκώ μετάφραση, ασκώ συνώνυμα, εξασκώ επάγγελμα, εξασκώ λεξικό γλώσσας σλοβενικά, εξασκώ στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- εξαρτώμαι στα σλοβενικά - odvisna, odvisni, odvisna od, odvisni od, so odvisni
- εξασθένηση στα σλοβενικά - upad, padec, znižanje, upadanje, Zmanjšanje
- εξασφαλίζω στα σλοβενικά - jaz, I, sem, bom, mi
- εξατμίζομαι στα σλοβενικά - pare, paro, hlapov, parni, hlapi
Τυχαίες λέξεις
Εξασκώ στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: praksa, prakse, prakso, praksi
Μεταφράσεις: praksa, prakse, prakso, praksi