Εξασκώ στα τούρκικα
Μετάφραση: εξασκώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
uygulama, pratik, uygulamadır, bir uygulama, bir uygulamadır
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξασκώ
εξασκώ conjugation, εξασκώ ή ασκώ, εξασκώ μετάφραση, ασκώ συνώνυμα, εξασκώ επάγγελμα, εξασκώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, εξασκώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εξαρτώμαι στα τούρκικα - bağlı, bağlıdır, bağımlı, bağlı olarak, değişir
- εξασθένηση στα τούρκικα - düşüş, azalma, gerileme, düşüşün, bir düşüş
- εξασφαλίζω στα τούρκικα - sağlamak, sağlamlaştırmak, Ben, I, ı, bir
- εξατμίζομαι στα τούρκικα - buharlaştırmak, buhar, buharı, buharlı, buharının
Τυχαίες λέξεις
Εξασκώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: uygulama, pratik, uygulamadır, bir uygulama, bir uygulamadır
Μεταφράσεις: uygulama, pratik, uygulamadır, bir uygulama, bir uygulamadır