Εξασκώ στα σουηδικά

Μετάφραση: εξασκώ, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
träna, praxis, praktiken, praktik, metoder
Εξασκώ στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξασκώ

εξασκώ conjugation, εξασκώ ή ασκώ, εξασκώ μετάφραση, ασκώ συνώνυμα, εξασκώ επάγγελμα, εξασκώ λεξικό γλώσσας σουηδικά, εξασκώ στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • εξαρτώμαι στα σουηδικά - bero, beroende, beror, är beroende, att bero
  • εξασθένηση στα σουηδικά - nedgång, nedgången, minskning, minskningen, minskade
  • εξασφαλίζω στα σουηδικά - värva, garantera, försäkra, jag, I
  • εξατμίζομαι στα σουηδικά - avdunsta, ånga, ångan, ångor
Τυχαίες λέξεις
Εξασκώ στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: träna, praxis, praktiken, praktik, metoder