Εξασκώ στα εσθονικά

Μετάφραση: εξασκώ, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tava, praktika, tavade, praktikas, tavasid
Εξασκώ στα εσθονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξασκώ

εξασκώ conjugation, εξασκώ ή ασκώ, εξασκώ μετάφραση, ασκώ συνώνυμα, εξασκώ επάγγελμα, εξασκώ λεξικό γλώσσας εσθονικά, εξασκώ στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • εξαρτώμαι στα εσθονικά - lootma, sõltuma, olenema, sõltub, sõltuvad, sõltu, sõltuda
  • εξασθένηση στα εσθονικά - kahjustus, halvenemine, vigastus, langus, vähenemine, langust, languse, ...
  • εξασφαλίζω στα εσθονικά - värbama, veenduma, ma, I, Mul, mu, olen
  • εξατμίζομαι στα εσθονικά - aur, auru, aurude, aurustamise
Τυχαίες λέξεις
Εξασκώ στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tava, praktika, tavade, praktikas, tavasid