Πιστόλι στα γερμανικά

Μετάφραση: πιστόλι, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gaspedal, gewehr, killer, geschütz, knarre, kanone, schusswaffe, revolver, Gewehr, Pistole, Waffe, Kanone, gun
Πιστόλι στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πιστόλι

πιστόλι θερμόκολλας, πιστόλι θερμού αέρα, πιστόλι φωτοβολίδων, πιστόλι σιλικόνης, πιστόλι τιμών, πιστόλι λεξικό γλώσσας γερμανικά, πιστόλι στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • πιστοποιώ στα γερμανικά - beglaubigen, bestätigen, bescheinigen, zertifizieren, bescheinigt
  • πιστωτής στα γερμανικά - gläubiger, kreditor, gläubigerin, Gläubiger, Kreditgeber, Gläubigers
  • πιστόνι στα γερμανικά - kolben, Kolben, Kolbens
  • πιστός στα γερμανικά - loyal, herzlich, vertrauensvoll, gewissenhaft, andächtig, sinngetreu, patriotisch, ...
Τυχαίες λέξεις
Πιστόλι στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: gaspedal, gewehr, killer, geschütz, knarre, kanone, schusswaffe, revolver, Gewehr, Pistole, Waffe, Kanone, gun