Πιστόλι στα κροατικά

Μετάφραση: πιστόλι, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
revolver, top, puška, pištolj, gun, pištolja
Πιστόλι στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πιστόλι

πιστόλι θερμόκολλας, πιστόλι θερμού αέρα, πιστόλι φωτοβολίδων, πιστόλι σιλικόνης, πιστόλι τιμών, πιστόλι λεξικό γλώσσας κροατικά, πιστόλι στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • πιστοποιώ στα κροατικά - ovjeriti, tvrditi, potvrditi, potvrđujem, potvrđuje, ovjerava
  • πιστωτής στα κροατικά - kreditor, povjeritelj, vjerovnik, povjerilac, zajmodavac, vjerovnika
  • πιστόνι στα κροατικά - ventil, klip, klipa, klipni, klipnih, klipna
  • πιστός στα κροατικά - točan, pobožan, vjeran, lojalan, vjernik, vjeruje, vjernika, ...
Τυχαίες λέξεις
Πιστόλι στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: revolver, top, puška, pištolj, gun, pištolja