Πεπρωμένο στα εσθονικά

Μετάφραση: πεπρωμένο, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
saatus, ettemääratus, vabaõhupidu, saatuse, saatust, saatusega, saatusest
Πεπρωμένο στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πεπρωμένο

πεπρωμένο ορισμος, πεπρωμένο σχέσης, πεπρωμένο μοίρα, πεπρωμένο συνώνυμο, πεπρωμένο wiki, πεπρωμένο λεξικό γλώσσας εσθονικά, πεπρωμένο στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • πεπερασμένος στα εσθονικά - piiratud, lõplike, lõplik, lõpliku, piiritletud
  • πεποίθηση στα εσθονικά - tõekspidamine, veendumus, usk, süüdimõistmine, uskumus, veendumust, süüdimõistmise
  • πεπτικός στα εσθονικά - seede-, seedetrakti, Seedimist soodustav, Seedimist, Seedehäired
  • περήφανος στα εσθονικά - uhke, uhked, uhkust
Τυχαίες λέξεις
Πεπρωμένο στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: saatus, ettemääratus, vabaõhupidu, saatuse, saatust, saatusega, saatusest