Πεπρωμένο στα λατινικά
Μετάφραση: πεπρωμένο, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
fortuna, fatum
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεπρωμένο
πεπρωμένο ορισμος, πεπρωμένο σχέσης, πεπρωμένο μοίρα, πεπρωμένο συνώνυμο, πεπρωμένο wiki, πεπρωμένο λεξικό γλώσσας λατινικά, πεπρωμένο στα λατινικά
Μεταφράσεις
- πεποίθηση στα λατινικά - fides
- περήφανος στα λατινικά - superbus
Τυχαίες λέξεις
Πεπρωμένο στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: fortuna, fatum
Μεταφράσεις: fortuna, fatum