Πεπρωμένο στα ρουμανικά

Μετάφραση: πεπρωμένο, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
destin, destinul, destinului, soarta, destinele
Πεπρωμένο στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πεπρωμένο

πεπρωμένο ορισμος, πεπρωμένο σχέσης, πεπρωμένο μοίρα, πεπρωμένο συνώνυμο, πεπρωμένο wiki, πεπρωμένο λεξικό γλώσσας ρουμανικά, πεπρωμένο στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • πεπερασμένος στα ρουμανικά - finit, finite, finită, finita, limitată
  • πεποίθηση στα ρουμανικά - impresie, convingere, condamnare, convingerea, condamnarea, condamnări
  • πεπτικός στα ρουμανικά - digestiv, digestive, digestivă, aparatului digestiv
  • περήφανος στα ρουμανικά - înalt, mândru, mândri, mandri, mandru, mândră
Τυχαίες λέξεις
Πεπρωμένο στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: destin, destinul, destinului, soarta, destinele