Πεπρωμένο στα σλοβενικά

Μετάφραση: πεπρωμένο, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ukaza, usoda, destiny, usodo, usodi, usode
Πεπρωμένο στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πεπρωμένο

πεπρωμένο ορισμος, πεπρωμένο σχέσης, πεπρωμένο μοίρα, πεπρωμένο συνώνυμο, πεπρωμένο wiki, πεπρωμένο λεξικό γλώσσας σλοβενικά, πεπρωμένο στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • πεπερασμένος στα σλοβενικά - končnih, končna, končno, finite, končen
  • πεποίθηση στα σλοβενικά - vera, víra, prepričanje, obsodba, obsodbe, obsodbo
  • πεπτικός στα σλοβενικά - Prebavni, prebavne, prebavnih, prebavil
  • περήφανος στα σλοβενικά - ponosen, ponosni, ponosna, ponosom
Τυχαίες λέξεις
Πεπρωμένο στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: ukaza, usoda, destiny, usodo, usodi, usode