Λιποθυμώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: λιποθυμώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
swoon
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιποθυμώ
λιποθυμία ετυμολογία, λιποθυμώ συνώνυμα, λιποθυμώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, λιποθυμώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- λιπαντικό στα ισλανδικά - fita, feiti, fitu, smyrja vélina, smurfeiti
- λιπαρός στα ισλανδικά - feitur, fitusýrum, fitusýru, fitusýra, fitusýrur
- λιρέτα στα ισλανδικά - líra, lýran, líruna, Lira
- λιτός στα ισλανδικά - thrifty
Τυχαίες λέξεις
Λιποθυμώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: swoon
Μεταφράσεις: swoon