Λιποθυμώ στα εσθονικά
Μετάφραση: λιποθυμώ, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
jõuetu, ähmane, minestama, teadvuse, minestus
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιποθυμώ
λιποθυμία ετυμολογία, λιποθυμώ συνώνυμα, λιποθυμώ λεξικό γλώσσας εσθονικά, λιποθυμώ στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- λιπαντικό στα εσθονικά - rasv, määrdeaine, määrima, määre, rasva, grease, määrdega
- λιπαρός στα εσθονικά - rasvane, võidunud, rasvhapete, rasvhappe, rasvaste, rasvhapped
- λιρέτα στα εσθονικά - liir, liiri, liirides, lira
- λιτός στα εσθονικά - karske, lihtne, kasin, mõõdukas, kokkuhoidlik, napisõnaline, säästlik, ...
Τυχαίες λέξεις
Λιποθυμώ στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: jõuetu, ähmane, minestama, teadvuse, minestus
Μεταφράσεις: jõuetu, ähmane, minestama, teadvuse, minestus