Ανάστημα στα ισπανικά

Μετάφραση: ανάστημα, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
construir, estatura, talla, la estatura
Ανάστημα στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανάστημα

κοντό ανάστημα, ανάστημα συνώνυμα, ανάστημα και σωματικό βάρος ελληνοπαίδων, χαμηλό ανάστημα, ανάστημα ετυμολογία, ανάστημα λεξικό γλώσσας ισπανικά, ανάστημα στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • ανάσα στα ισπανικά - aliento, hálito, respiración, la respiración, respirar, de respiración, para respirar
  • ανάσταση στα ισπανικά - resurrección, la resurrección, resurrección de, de resurrección
  • ανάφλεξη στα ισπανικά - inflamación, ignición, combustión, encendido, de encendido, de ignición, contacto
  • ανάχωμα στα ισπανικά - terraplén, bancario, orilla, banco, ribera, ladear, montículo, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανάστημα στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: construir, estatura, talla, la estatura