Ανάστημα στα σλοβενικά
Μετάφραση: ανάστημα, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
graditi, sestavit, stas, postave, Sta, stature
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανάστημα
κοντό ανάστημα, ανάστημα συνώνυμα, ανάστημα και σωματικό βάρος ελληνοπαίδων, χαμηλό ανάστημα, ανάστημα ετυμολογία, ανάστημα λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ανάστημα στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- ανάσα στα σλοβενικά - dihanje, dihanja, dihanju, diha, dihanjem
- ανάσταση στα σλοβενικά - vstajenje, vstajenja, vstajenju, oživljanje
- ανάφλεξη στα σλοβενικά - vžig, vžiga, za vžig, ignition, kontaktu
- ανάχωμα στα σλοβενικά - obrežje, banka, svah, Nasip, kupček, gomila, griček, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανάστημα στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: graditi, sestavit, stas, postave, Sta, stature
Μεταφράσεις: graditi, sestavit, stas, postave, Sta, stature