Ανάστημα στα λιθουανικά

Μετάφραση: ανάστημα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
konstrukcija, statyti, konstitucija, ūgis, ūgio, stuomuo, svarba, stotas
Ανάστημα στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανάστημα

κοντό ανάστημα, ανάστημα συνώνυμα, ανάστημα και σωματικό βάρος ελληνοπαίδων, χαμηλό ανάστημα, ανάστημα ετυμολογία, ανάστημα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ανάστημα στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ανάσα στα λιθουανικά - kvapas, dvasia, kvėpavimas, kvėpavimo, kvėpuoti, kvėpavimą, kvėpuokite
  • ανάσταση στα λιθουανικά - prisikėlimas, Prisikėlimo, Resurrection, prisikėlimą, prisikėlimu
  • ανάφλεξη στα λιθουανικά - degimas, uždegimas, uždegimo, užsidegimo, uždegimu
  • ανάχωμα στα λιθουανικά - bankas, šūsnis, rietuvė, krantas, krūva, piliakalnis, piliakalnio, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανάστημα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: konstrukcija, statyti, konstitucija, ūgis, ūgio, stuomuo, svarba, stotas