Ταυτόχρονα στα ισπανικά
Μετάφραση: ταυτόχρονα, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
simultáneamente, mismo tiempo, al mismo tiempo, simultánea, forma simultánea
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταυτόχρονα
ταυτόχρονα αγγλικά, ταυτόχρονα συνώνυμο, εομ ταυτόχρονα, ταυτόχρονα στα γαλλικά, ταυτόχρονα ή ταυτόχρονα, ταυτόχρονα λεξικό γλώσσας ισπανικά, ταυτόχρονα στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- ταυτίζω στα ισπανικά - identificar, idéntico, idéntica, idénticos, idénticas, iguales
- ταυτότητα στα ισπανικά - identificación, identidad, la identidad, de identidad, identidad de
- ταυτόχρονος στα ισπανικά - simultáneo, simultánea, simultáneamente, simultáneas, simultáneos
- ταφή στα ισπανικά - entierro, sepultura, enterramiento, el entierro, de entierro
Τυχαίες λέξεις
Ταυτόχρονα στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: simultáneamente, mismo tiempo, al mismo tiempo, simultánea, forma simultánea
Μεταφράσεις: simultáneamente, mismo tiempo, al mismo tiempo, simultánea, forma simultánea