Ταυτόχρονα στα νορβηγικά

Μετάφραση: ταυτόχρονα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
samtidig
Ταυτόχρονα στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταυτόχρονα

ταυτόχρονα αγγλικά, ταυτόχρονα συνώνυμο, εομ ταυτόχρονα, ταυτόχρονα στα γαλλικά, ταυτόχρονα ή ταυτόχρονα, ταυτόχρονα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ταυτόχρονα στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • ταυτίζω στα νορβηγικά - identifisere, identisk, identiske, samme, like, lik
  • ταυτότητα στα νορβηγικά - identitet, identifikasjon, identitets, identiteten, ID
  • ταυτόχρονος στα νορβηγικά - samtidig, simultan, samtidige, samtidig bolig
  • ταφή στα νορβηγικά - begravelse, grav, begravelsen, begravelses, nedgraving
Τυχαίες λέξεις
Ταυτόχρονα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: samtidig