Ταυτόχρονα στα ρουμανικά
Μετάφραση: ταυτόχρονα, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
simultan, același timp, în același timp, simultană
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταυτόχρονα
ταυτόχρονα αγγλικά, ταυτόχρονα συνώνυμο, εομ ταυτόχρονα, ταυτόχρονα στα γαλλικά, ταυτόχρονα ή ταυτόχρονα, ταυτόχρονα λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ταυτόχρονα στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ταυτίζω στα ρουμανικά - identifica, identic, identice, identică, identici, identica
- ταυτότητα στα ρουμανικά - identitate, identitatea, de identitate, identității, identitatii
- ταυτόχρονος στα ρουμανικά - simultan, simultană, simultane, simultana, concomitentă
- ταφή στα ρουμανικά - doliu, înmormântare, îngropare, îngroparea, de înmormântare, inmormantare
Τυχαίες λέξεις
Ταυτόχρονα στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: simultan, același timp, în același timp, simultană
Μεταφράσεις: simultan, același timp, în același timp, simultană